Albert Camus: Ψωμί και Ελευθερία

Αν αθροίσουμε τις παραβάσεις και τα πολλά εγκλήματα που μας αποκαλύφθηκαν, μπορούμε να προβλέψουμε μια εποχή που, σε μια Ευρώπη στρατοπέδων συγκέντρωσης, μόνο οι δεσμοφύλακες θα είναι ελεύθεροι, που ακόμη όμως θα πρέπει να φυλακίζουν ο ένας τον άλλο. Όταν μείνει μόνο ένας, θα οριστεί αρχιδεσμοφύλακας και αυτή θα είναι η τέλεια κοινωνία μέσα στην οποία τα προβλήματα της εναντίωσης, ο εφιάλτης των κυβερνήσεων του 20ου αιώνα, επιτέλους και οριστικά θα επιλυθεί. Φυσικά, αυτό είναι μόνο μια προφητεία και αν και οι κυβερνήσεις και οι αστυνομικές δυνάμεις σε όλο το κόσμο προσπαθούν, με πολύ καλή θέληση, να φτάσουν σε ένα τέτοιο ευτυχές αποτέλεσμα, δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί. Ανάμεσά μας για παράδειγμα, στην Δυτική Ευρώπη, η ελευθερία επισήμως την βλέπουμε θετικά. Στη πραγματικότητα με κάνει να σκέφτομαι εκείνη τη φτωχή ξαδέρφη που βλέπουμε σε κάποιες αστικές οικογένειες. Η ξαδέρφη χήρεψε, έχασε το φυσικό της προστάτη. Έτσι την μάζεψαν, της έδωσαν ένα δωμάτιο στο πάνω πάτωμα και την ανέχονται στη κουζίνα. Περιστασιακά την πάνε βόλτα στη πόλη, κάποια Κυριακή, για να δείξουν πως είναι ενάρετοι και όχι σκυλιά. Αλλά για όλα τα άλλα, και ειδικά σε ειδικές περιπτώσεις, της ζητούν να κρατήσει το στόμα της κλειστό. Και ακόμη αν ένας αστυνομικός τη κακοποιήσει λίγο σε κάποια γωνία, δεν το κάνουν μεγάλο θέμα, έχει περάσει χειρότερα με το κύριο του σπιτιού, και, εν τέλει, δεν αξίζει να μπλέξεις με τις αρχές. Στην Ανατολή, πρέπει να ειπωθεί πως είναι πιο ειλικρινείς. Έχουν τακτοποιήσει το θέμα της ξαδέρφης μια και καλή και την πέταξαν σε μια ντουλάπα με δυο γερές κλειδαριές. Θα βγει μάλλον σε καμιά πενηνταριά χρόνια, όταν η ιδανική κοινωνία θα έχει σίγουρα καθιερωθεί. Τότε θα έχουμε γιορτές προς τιμή της. Αλλά κατά τη γνώμη μου μάλλον θα είναι σκοροφαγωμένη μέχρι τότε και φοβάμαι πως δεν θα τους είναι χρήσιμη πλέον. Όταν προσθέσουμε πως το καθένα από αυτά τα δυο πλαίσια ελευθερίας, εκείνο της ντουλάπας και εκείνο της κουζίνας, είναι αποφασισμένο να υπερισχύσει του άλλου, και είναι υποχρεωμένα σε όλη αυτή την αναστάτωση να περιορίσουν ακόμη περισσότερο τις κινήσεις της ξαδέρφης, εύκολα θα γίνει κατανοητό πως η ιστορία μας είναι περισσότερο εκείνη της υποταγής παρά της ελευθερίας και πως ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι εκείνος που απλά μιλάμε για αυτόν, που ξεπηδά από την εφημερίδα κάθε πρωί για να κάνει τις μέρες και τις βδομάδες μας μια μοναδική μέρα οργής και απέχθειας. Το πιο απλό και ως εκ τούτου το πιο δελεαστικό πράγμα είναι να κατηγορήσουμε κυβερνήσεις, ή κάποιες σκοτεινές δυνάμεις, για αυτά τα διαβολικά πράγματα. Πέρα από αυτό είναι πράγματι αλήθεια πως είναι ένοχες, και για ένα έγκλημα τόσο σκοτεινό και τόσο διαρκές πως έχουμε χάσει πια το ξεκίνημα του. Δεν είναι όμως οι μόνες υπεύθυνες. Στο τέλος, αν η ελευθερία είχε μόνο κυβερνήσεις να φυλάνε την ανάπτυξη της, είναι πιθανό πως θα ήταν ακόμη σε βρεφικό στάδιο, ή θα μένη για την αιωνιότητα με την επιγραφή «ένας άγγελος του ουρανού». Δεν έχει ανατεθεί ποτέ, στο βαθμό που γνωρίζω, στη κοινωνία του χρήματος και της εκμετάλλευσης η εξασφάλιση της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Τα αστυνομικά κράτη ποτέ δεν άνοιξαν νομικές σχολές στα υπόγεια που ανακρίνουν τους υπηκόους τους. Έτσι, όταν καταπιέζουν και εκμεταλλεύονται, κάνουν τη δουλειά τους, και οποιοσδήποτε τους δίνει απεριόριστο εύρος ελευθερίας δεν έχει δικαίωμα να εκπλήσσεται όταν αυτή γίνεται αμέσως αντικείμενο κατάχρησης. Αν η ελευθερία σήμερα ταπεινώνεται ή βρίσκεται με αλυσίδες, δεν είναι επειδή οι εχθροί της χρησιμοποίησαν δόλο. Είναι επειδή έχει χάσει το φυσικό της προστάτη. Ναι η ελευθερία έχει χηρέψει, αλλά πρέπει να ειπωθεί επειδή είναι αλήθεια. Έχει χηρέψει από όλους εμάς.

Piotr Siuda: Η Τραγωδία του Νοβοκερκάσκ

Στη δεκαετία του 1950 οι βιομηχανικοί μισθοί μειώνονταν αυθαίρετα σχεδόν κάθε χρόνο. Οι μειώσεις αυτές επέτρεπαν στους αξιωματούχους να δημοσιεύουν στατιστικές που έδειχναν αύξηση της αποδοτικότητας της εργασίας, της αυτοματοποίησης και μηχανοποίησης, μειώσεις στο κόστος της παραγωγής δίχως να αντιστοιχούν σε νέες επενδύσεις κεφαλαίου, και βελτιώσεις στην οργάνωση και στην τεχνολογία. Στις καπιταλιστικές χώρες, αν μια εταιρεία προσπαθούσε να βελτιώσει τα οικονομικά της στοιχεία με την μείωση των μισθών, οι εργάτες θα απαντούσαν με διαδηλώσεις και απεργίες. Στην ΕΣΣΔ ωστόσο, η εργατική τάξη ήταν αδύνατο, για δεκαετίες, να παλέψει για να υπερασπιστεί τα ίδια τα συμφέροντα της. Ο εκδημοκρατισμός των τελών της δεκαετίας του 1950 στην πραγματικότητα ήταν ένας τρόπος οι αρχές να ξεγελάσουν τις εργατικές μάζες στο να ελπίσουν σε ένα αυθεντικό διάλογο με τους κρατικούς και κομματικούς αξιωματούχους. Η τραγωδία Νοβοκερκάσκ αποκάλυψε την απάτη και την υποκρισία του εγκληματικού ολοκληρωτικού καθεστώτος. Την 2η Ιανουαρίου 1962, οι μισθοί μειώθηκαν κατά 30 με 35 τις εκατό στο μεγαλύτερο εργοστάσιο κατασκευής ηλεκτρικών αμαξών στο Νοβοκερκάσκ (NEVZ). Το τελευταίο τμήμα του εργοστασίου που προγραμματίστηκε να μειωθούν οι μισθοί ήταν το μεταλλουργείο. Ως τότε οι εργάτες στα άλλα τμήματα είχαν συνωθήσει κάπως στην διαρκή περικοπή των δικαιωμάτων τους αλλά για τους εργάτες του χυτηρίου η περικοπή των μισθών ήταν μια νέα προσβολή.

Simon Springer: Γάμα το Νεοφιλελευθερισμό

Γάμα τον Νεοφιλελευθερισμό. Αυτό είναι το οξύ μήνυμά μου. Θα μπορούσα ίσως να κλείσω την συζήτησή μου σε αυτό το σημείο και πραγματικά δεν θα πείραζε. Η θέση μου είναι σαφής και ήδη γνωρίζετε την ουσία αυτού που θέλω να πω. Δεν έχω τίποτα θετικό να προσθέσω στην συζήτηση περί νεοφιλελευθερισμού, και για να είμαι ειλικρινής, με αρρωσταίνει να σκέφτομαι για αυτό. Έχω απλά βαρεθεί. Για μια στιγμή είχα σκεφτεί να βάλω ως τίτλο για το άρθρο το «Ξέχνα τον Νεοφιλελευθερισμό», καθώς κατά κάποιον τρόπο αυτό είναι ακριβώς που θέλω να πω. Έχω γράψει για πολλά χρόνια πάνω στο θέμα και πλέον έχω φτάσει σε ένα σημείο που απλά δεν θέλω να ξοδέψω περισσότερη ενέργεια σε αυτή την προσπάθεια, για το φόβο ότι η συνέχιση της ενασχόλησης γύρω από αυτή την ιδέα έχει λειτουργήσει στο να διαιωνίσει τον έλεγχό της. Για περαιτέρω προβληματισμό επίσης αναγνωρίζω ότι ως πολιτικός ελιγμός είναι δυνητικά πολύ επικίνδυνο να εγκλωβιστεί το κεφάλι μας στην άμμο και συλλογικά να αγνοήσουμε ένα φαινόμενο το οποίο έχει τέτοιες καταστροφικές και εξουθενωτικές συνέπειες στον κοινό μας κόσμο. Υπάρχει μια διαρκής δύναμη στο νεοφιλελευθερισμό την οποία δύσκολα μπορούμε να αρνηθούμε και δεν είμαι πεπεισμένος ότι η στρατηγική της άγνοιας είναι πραγματικά η σωστή προσέγγιση. Έτσι οι πραγματικές σκέψεις μου ήταν «λοιπόν γάμα τον», και ενώ ένα λιγότερο θορυβώδες και πιο ευγενικό όνομα για αυτό το άρθρο θα μπορούσε να μετριάσει το πιθανό αδίκημα που προκαλείται από τον τίτλο που επέλεξα, στη συνέχεια το ξανασκέφτηκα. Γιατί θα πρέπει να ανησυχούμε για την χρήση της βωμολοχίας από ότι για την πραγματική χυδαία συζήτηση του ίδιου του νεοφιλελευθερισμού; Αποφάσισα ότι ήθελα να παραβιάσω, να ανατρέψω και να προσβάλλω, ακριβώς διότι ο νεοφιλελευθερισμός οφείλει να μας προσβάλει, είναι ανατρεπτικός και για αυτό ακριβώς πρέπει να τον παραβιάσουμε. Εάν μαλάκωνα τον τίτλο δεν θα ήταν άλλη μια παραχώρηση στην εξουσία του νεοφιλελευθερισμού; Αρχικά ανησύχησα για το τι θα μπορούσε να σημαίνει ένας τέτοιος τίτλος όσον αφορά τη φήμη μου. Θα υπονόμευε τη μελλοντική μου προβολή ή τις προσφορές εργασίας και την κινητικότητά μου ως ακαδημαϊκού είτε σε κάποια ανώτερη θέση είτε σε κάποια άλλη τοποθεσία; Αυτό το ένιωσα σαν να αποδέχομαι μια προσωπική ήττα απέναντι στη νεοφιλελεύθερη πειθαρχία. Γάμα τα.

Mark Fisher: Η Ιδιωτικοποίηση του Στρες

Ο καπιταλιστικός ρεαλισμός αναφέρεται στη διαδεδομένη αντίληψη πως δεν υπάρχει εναλλακτική στο καπιταλισμό – αν και «αντίληψη» είναι ίσως παραπλανητικός ρόλος, δεδομένου πως η λογική του είναι εξωτερικευμένης τις θεσμικές πρακτικές των χώρων εργασίας και των μέσων, αλλά και κατοικούν στα μυαλά των ατόμων. Στις αναλύσεις του για την ιδεολογία, ο Althusser αναφέρει το δόγμα του Pascal: «Γονάτισε, κούνα τα χείλη σου προσευχόμενος, και θα πιστέψεις»: οι ψυχολογικές αντιλήψεις ακολουθεί «την επανάληψη των κινήσεων» της συμμόρφωσης με τις επίσημες γλώσσες και συμπεριφορές. Αυτό σημαίνει πως, ανεξάρτητα του πόσα άτομα ή ομάδες έχουν περιφρονήσει ή ειρωνευτεί τη γλώσσα του ανταγωνισμού, η επιχειρηματισμός και ο καταναλωτισμός που έχει καθιερωθεί στους θεσμούς του Ηνωμένου Βασιλείου από τη δεκαετία του 1980, η ευρεία τελετουργική μας συμμόρφωση με αυτή την ορολογία έχει χρησιμεύσει για να κανονικοποιηθεί η κυριαρχία του κεφαλαίου και να βοηθήσει στην εξουδετέρωση κάθε εναντίωσης προς αυτό. Μπορούμε γρήγορα να καταλάβουμε τη μορφή που παίρνει τώρα ο καπιταλιστικός ρεαλισμός με το να σκεφτούμε την μετατόπιση του νοήματος του διάσημου δόγματος της Thatcher πως «δεν υπάρχει εναλλακτική». Όταν η Thatcher έκανε αρχικά αυτό το διαβόητο ισχυρισμό, η έμφαση δίνονταν στη προτίμηση: ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός ήταν το καλύτερο δυνατό σύστημα· οι εναλλακτικές ήταν ανεπιθύμητες. Τώρα, ο ισχυρισμός φέρει ένα οντολογικό βάρος – ο καπιταλισμός δεν είναι απλά το καλύτερο σύστημα, είναι το μόνο σύστημα· οι εναλλακτικές είναι θολές, φασματικές, ελάχιστα αντιληπτές. Από το 1989, η επιτυχία του καπιταλισμού στο να επιβληθείς τους αντιπάλους του έχει οδηγήσει στο να έχει έρθει πολύ κοντά στην επίτευξη του απόλυτοι στόχου της ιδεολογίας: την αορατότητα, στον παγκόσμιο Βορρά τουλάχιστον, ο καπιταλισμός παρουσιάζει τον εαυτό του ως την μόνη δυνατή πραγματικότητα, και για αυτό σπάνια «εμφανίζεται» ω3ς τέτοια. Ο Atilio Boron υποστηρίζει πως ο καπιταλισμός έχει μετακινηθεί σε μια «διακριτική θέση πίσω από τη πολιτική σκηνή, έχει γίνει αόρατος ως δομικό θεμέλιο της σύγχρονης κοινωνίας», και αναφέρει την παρατήρηση του Bertolt Brecht πως ο «καπιταλισμός είναι ένας κύριος που δεν του αρέσει να τον αποκαλούν με το όνομα του».

Thomas Klikauer: Ο Adolf Hitler, ο Carl Orff και η Sophie Scholl

Πριν ογδόντα χρόνια, στις 22 Φεβρουαρίου 1943, ο καθηγητής Kurt Huber δολοφονήθηκε από τους Ναζί. Το «έγκλημα» του ήταν πως έγραψε ένα φυλλάδιο που ζητούσε δημοκρατία. Αυτή είναι η ιστορία του αντιστασιακού Kurt Huber, του ναζί καριερίστα και συνθέτη Carl Orff, και του μέλους του Λευκού Ρόδου (Weiße Rose) Sophie Scholl. Είναι επίσης μια ιστορία για την αντίσταση στη ναζιστική εξουσία και τα νέα στοιχεία που μόλις πρόσφατα ήρθαν στο φως, που πρακτικά, ρίχνουν ένα λίγο διαφορετικό φως για το τι συνέβη πριν από ογδόντα χρόνια. Ο καθηγητής Kurt Huber δεν ήταν ο τύπος του ανθρώπου που ήθελε να μπει σε μια ήρεμη σχέση με τους Ναζί. Ο Huber μάλλον ήταν ο θεωρητικός εγκέφαλος πίσω από την αντιναζιστική αντιστασιακή ομάδα του Λευκού Ρόδου, μια ομάδα που περιλάμβανε τα αδέλφια Scholl. Όλα αυτά τα μέλη της ομάδας εκτελέστηκαν από τους Ναζί. Σήμερα, ο γιός του καθηγητή Huber – ο Wolfgang Huber – θυμάται τι συνέβη εκείνη τη μοιραία μέρα τον Φεβρουάριο του 1943 όταν τα πρώτα μέλη της ομάδας Λευκό Ρόδο των Scholl και του Huber εκτελέστηκαν στη φυλακή Στάντελχάιμ. Θυμάται πως ο πατέρας του – καθηγητής μουσικής – άνηκε κάποτε σε εκείνη την ιδιαίτερα μυστική αντιστασιακή ομάδα και πως λίγο πριν δολοφονηθεί, ενώ βρίσκονταν στη φυλακή, έγραψε ένα αποχαιρετιστήριο γράμμα. Ο Wolfgang Huber αναφέρει «Το γράμμα βρίσκεται στη σελίδα 18 ενός χειρόγραφου πάνω στη φωνητική θεωρία». Στο πατέρα του επιτρέπονταν να εργάζεται ακόμη σε εκείνη τη ναζιστική φυλακή, και στη πραγματικότητα ήταν στο μέσο της συγγραφής ενός δοκιμίου όταν οι ναζί μπήκαν στο κελί του για να τον ενημερώσουν πως θα εκτελούνταν εκείνη την ημέρα. Ο καθηγητής Huber έγραφε για τις δονήσεις και την αντίληψη στη μουσική.

Πέτρος Πετρίδης, Αλέξανδρος Αφουξενίδης, Μιχάλης Πέτρου, Κάρολος Καβουλάκος: Μουσική, πολιτική και νοσταλγία. Η Fashwave ως μιντιακή τακτική της ακροδεξιάς

Από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα τα ψηφιακά δίκτυα και μέσα έχουν συμβάλει ριζικά στον μετασχηματισμό των πρακτικών που σχετίζονται με τη μουσική και τον ήχο. Η πρόσβαση σε οπτικοακουστικό περιεχόμενο και εξειδικευμένα λογισμικά διαχείρισης ήχου και εικόνας, οι δυνατότητες παραγωγής, δημοσιοποίησης και διαμοιρασμού σε πλαίσια DIY (Do It Yourself), οι μετασχηματισμοί των καθεστώτων πνευματικής ιδιοκτησίας, η ολοένα αυξανόμενη συνύπαρξη ανθρώπων και αλγόριθμων μηχανικής μάθησης, η διασάλευση του ορίου ανάμεσα σε δημιουργό και κοινό, σε καταναλωτή και παραγωγό, διάνοιξαν πεδία ενδεχομενικοτήτων για να αναδυθούν νέοι μουσικοί πολιτισμοί που αναπτύσσονται ουσιαστικά «μέσα» από το διαδίκτυο. Ωστόσο, το «νέο» στο πλαίσιο αυτών των σύνθετων μιντιακών οικολογιών είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το «παλιό». Οι έννοιες του νέου και του παλιού, του μέλλοντος και του παρελθόντος, καθιστούν τον χρόνο μια σημαντική παράμετρο στη μελέτη των μουσικών πολιτισμών που συγκροτούνται στα πλαίσια της ψηφιακότητας. Τα δύο αυτά μικροείδη γεννήθηκαν στους κόλπους της λεγόμενης «εναλλακτικής δεξιάς» (alt-right). Για την ανθρωπολόγο Άντζελα Νάγκλ η alt-right συνιστά μια χαλαρή διαδικτυακή συμμαχία που αποτελείται κυρίως από λευκούς άνδρες που προέρχονται από διάφορα «fandom» όπως gamers, φαν των anime, ανώνυμα τρολ του 4chan, υπερσυντηρητικούς YouTubers και διασημότητες του Twitter που χαρακτηρίζονται από πίστη στη λευκή ανωτερότητα και έντονο αντιφεμινισμό. Αντλώντας ιδέες από τη γαλλική νέα δεξιά της δεκαετίας του 1970 και την γκραμσιανή έννοια της ηγεμονίας την οποία αντιστρέφει αποδίδοντας ιδεολογική και πολιτισμική ηγεμονία στην αριστερά και τον φιλελευθερισμό, η alt-right, μετατοπίζει την πολιτική σύγκρουση στο πεδίο του πολιτισμού και των πολιτιστικών βιομηχανιών. Οι ρητορικές και οι αναπαραστάσεις της, με άλλα λόγια, επικεντρώνονται σε ζητήματα και συγκρούσεις πολιτισμικών αξιών όπως η πολυπολιτισμικότητα, τα ομόφυλα ζευγάρια, οι παραδοσιακοί ρόλοι και σχέσεις των φύλων, και οι αναπαραστάσεις των παραπάνω στο πλαίσιο της μαζικής κουλτούρας. Έχοντας πολιτικό προσανατολισμό, η Fashwave και η Trumpwave επιδιώκουν τη συγκρότηση, ενστάλαξη και κυκλοφορία του συναισθήματος της νοσταλγίας με απώτερο σκοπό την προσέλκυση νέων «μελών» και τη συγκρότηση συναισθηματικών κοινοτήτων, την προπαγάνδιση των θέσεων της alt-right και, κυρίως, τη διάχυση τους στη σφαίρα του κυρίαρχου ρεύματος (mainstream). Συνιστούν, με άλλα λόγια, σύγχρονες μιντιακές τακτικές της ακροδεξιάς.

Erika Silvestri: Lebensunwertes Leben. Οι Ρίζες και η Μνήμη του Προγράμματος Τ4

Το 1935 δύο χρόνια μόλις αφότου ο Hitler και το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα ανέβηκαν στην εξουσία, το Γραφείο Φυλετικής Πολιτικής χρηματοδότησε την παραγωγή μιας ταινίας μικρού μήκους που σκηνοθέτησε ο Carl C. Hartmann με τίτλο Das Erbe (Η Κληρονομιά). Με ένα πολύ αποτελεσματικό οπτικό τρόπο, η ταινία δείχνει το μηχανισμό με τον οποίο πραγματοποιείται ο αγώνας για επιβίωση, επιλέγοντας τα πιο δυνατά άτομα διαφορετικών ειδών: «Ακόμη και τα ζώα ακολουθούν μια φυλετική πολιτική», δηλώνει ο νεαρός βοηθός του επιστήμονα, ενώ εξηγεί το νόημα της ταινίας, δείχνοντας το στους συναδέλφους του. Η διήγηση της σύντομης ταινίας ακολουθεί εικόνες προσώπων ατόμων παραμορφωμένων από διάφορες ασθένειες, για να δείξει πως επιτρέποντας αδύναμα στοιχεία να επιβιώσουν, ο άνθρωπος έχει ενθαρρύνει την αναπαραγωγή της παθολογίας στη κοινωνία. Το έργο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον επειδή αν και δεν είχε σχεδιαστεί για να επιμορφώσει και να προετοιμάσει το λαό για την εξόντωση των «περιττών υπάρξεων» και των «άχρηστων στομάτων», δείχνει πως η φυσική επιλογή περιλαμβάνει, μεταξύ των ζώων, όχι μόνο την διάκριση και την βία σε βάρος των πιο αδύναμων ατόμων, αλλά και το θάνατο τους. Με το τρόπο αυτό, η ταινία θα μπορούσε να θεωρηθεί το σύμβολο της στιγμής της μετάβασης στην οποία η ευγονική θεωρία ενώθηκε με την ολοκληρωτική πολιτική του Εθνικοσοσιαλισμού και προσάρμοσε σε όφελος του τις ιδέες που για δεκαετίες τροφοδοτούσαν το διεθνή διάλογο περί «φυλετικής υγιεινής». Αυτό που οι Ναζί ονόμασαν Aktion T4 ήταν ένα πρόγραμμα ευθανασίας που επίσημα ξεκίνησε στις 18 Αυγούστου 1939. Η διαδικασίες καταγραφής ατόμων με σωματικές ή πνευματικές αναπηρίες ακολουθήθηκε από αναγκαστικές στειρώσεις και μεταφορά σε κλινικές οργανωμένες να σκοτώσο0υν ανθρώπους που θεωρήθηκαν ανάξιοι ζωής. Στο Κάουφμπούρεν-Ιρσέ, όπου βρίσκονταν μια από τις κλινικές χρησιμοποιήθηκε για την εφαρμογή του προγράμματος, η τελευταία θανάτωση πραγματοποιήθηκε στις 29 Μαϊου 1945, τρεις εβδομάδες μετά το τέλος του 2ου ΠΠ.

Nora Ziegler: Ισλάμ και Αναρχισμός. Συνέντευξη με τον Mohamed Abdou

Στο συναρπαστικό καινούριο του βιβλίο, Islam and Anarchism: Relationships and Resonances, ο Mohamed Abdou στηρίζεται στην queer, φεμινιστική, αντιρατσιστική και αντιαποικιοκρατική θεωρία για να αναπτύξει μια αναρχική ερμηνεία του Ισλάμ. Υποστηρίζει πως τα κινήματα κοινωνικής δικαιοσύνης, και οι αναρχικοί ειδικότερα, μπορούν να διδαχτούν από τους Μουσουλμάνους πως να διαφωνούν καλύτερα μεταξύ τους, και να καλωσορίζουν ο ένας τον άλλο αντί να κατασπαράζει ο ένας τον άλλο για ιδεολογικές και προσωπικές διαφορές.

Xu Zhangrun: Κύκλωπες στο Κατώφλι μου

Το Σχέδιο Ειρήνευσης είναι κάπως έτσι: το κράτος χρηματοδοτεί την εγκατάσταση ενός συστήματος επιτήρησης, συντονίζει την τοποθέτηση και πληρώνει για όλα χρησιμοποιώντας τους φόρους των πολιτών. Οι κερδοσκόποι που αναλαμβάνουν από το σημείο αυτό είναι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας που σχεδιάζουν τις κάμερες κατασκόπευσης. Επιπλέον σε αυτό είναι ένα σμήνος από κατασκευαστές που εμπλέκονται σε κάθε στάδιο της παραγωγής – αυτό δεν περιλαμβάνει όλους τους μάνατζερ που είναι υπεύθυνοι για τις ομάδες εργατών που κάνουν όλη τη δουλειά στη πράξη. Μέσω αυτής της αδιάκοπης συγκέντρωσης λείας όλοι ικανοποιούν την όρεξη τους. Ο κόσμος λέει πως μια τυπική διαδικασία προμήθειας σαν και αυτή σημαίνει πως κάθε επιτελείο εμπορικών επιχειρήσεων και κομματικοί κρατικοί γραφειοκράτες που εμπλέκονται ξέρουν ακριβώς πως να χωρίσουν τα έργα ώστε να είναι βέβαιοι πως θα πάρουν το μερίδιο από τη λεία. Εν τέλει, εκατοντάδες εκατομμύρια κάμερες έχουν εγκατασταθεί σε όλη τη χώρα, τόσο στην ύπαιθρο όσο και στη πόλη. Όλοι όσοι έχουν συμμετοχή στη διαδικασία παίρνουν το μερίδιο τους, δημόσιες και ιδιωτικές οντότητες τρέφουν η μια την άλλη, κορυφή και βάση σε συνέργεια, με κάθε επίπεδο να συσσωρεύει, καταλήγοντας στη σημερινή κατάσταση. Τι τύχη! Και κάπως έτσι έγινε που τώρα υπάρχουν όλα αυτά τα αδιάκριτα μάτια στραμμένα, σαν κύκλωπες, προς το κατώφλι μου. Ωστόσο όσο παράξενο και αν ακούγεται, θα έλεγα πως αισθάνομαι μια κάποια ανακούφιση όταν συλλογίζομαι τα απαίσια ζευγάρια μάτια πίσω από τους φακούς των καμερών – αυτά που κοιτάζουν προσηλωμένα πάνω μου. Μερικές φορές φαντάζομαι πως είναι ανήσυχα θολά μάτια φορτωμένα με κούραση· ή κοκκινισμένα μάτια εξαντλημένα από το να κοιτάνε σε μια οθόνη όλη μέρα. Και μετά υπάρχουν τα μάτια που ξεχειλίζουν από αγανάκτηση και περιφρόνηση. Και μετά, μπορεί να υπάρχουν διάφανες ματιές, τόσο νέες και σε εγρήγορση όσο ο νεαρός άνδρας ή γυναίκα στους οποίους ανήκουν. Μπορεί να σκέφτονται ακόμη ακριβώς τι περιλαμβάνει η δουλειά τους, ή είναι περήφανοι πως το συγκεκριμένο τους γρανάζι βρήκε τη σωστή θέση του στον αχανή μηχανισμό του κράτους. Αν και είναι αρκετά πιθανό πως το δικό τους είναι ένα τρεμάμενο βλέμμα πίσω από το οποίο κρύβεται ένα πνεύμα που είναι αμήχανο με τον εαυτό του. Και μετά υπάρχουν στιγμές που σκέφτομαι: τα μάτια ανήκουν σε ένα ασήμαντο και μουδιασμένο παρατηρητή, ή είναι σκοτεινά παράθυρα σε μια μουχλιασμένη, ανόητη ψυχή.

Βασίλης Δουβλής: Στοργή στο Λαό. Ο Παραλογισμός και η Γελοιότητα της Χουντικής Λογοκρισίας

Ποιοι ήταν, όμως, οι λογοκριτές; Ήταν υπηρεσιακοί παράγοντες, αστυνομικοί, στρατιωτικοί, αλλά, δυστυχώς, και άνθρωποι από τον χώρο του κινηματογράφου και της τέχνης. Πολλές φορές συνέβαινε μάλιστα αυτοί να είναι και οι πιο σκληροί. Οι περισσότεροι, ωστόσο, ήταν φανερά ανεπαρκείς και πολλές φορές αδυνατούσαν να κατανοήσουν τις ταινίες. Μια έκθεση που αφορά στη λογοκρισία της ταινίας του Ζαν Λικ Γκοντάρ Ο Τρελός Πιερό είναι αποκαλυπτική: «Κορύφωμα ασυναρτησίας, πέραν των ακατάλληλων σκηνών που περιέχει. Δεν αντελήφθην εάν περιέχει βαθύτερον νόημα. Προτείνω να δει την ταινίαν και έτερον μέλος της Επιτροπής»...